Ιερό του Απόλλωνος Δαλίου
Ανάμεσα στις περιοχές Λιμνιώτισσα και Πηγάδια, που βρίσκονται στα ΝΑ του Δάμου, σε απόσταση 400 περίπου μέτρων από τη Χώρα, υψωνόταν κατά την αρχαιότητα το Ιερό του Απόλλωνος Δαλίου (Δηλίου). Οι ανασκαφές, που έγιναν από τον Αγγλο Ch. Newton στα 1854 - 1855 και τον Ιταλό M. Segre το 1937, έφεραν στο φως πλούσια ευρήματα, όπως επιγραφές, βάσεις αγαλμάτων, ειδώλια, σπασμένα πήλινα αγγεία κ.ά.
Ο χώρος του αρχαίου Ιερού, σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν φραγμένος με περίβολο και περιελάμβανε ιερό άλσος με δάφνες, διάφορα οικοδομήματα, βωμούς, αγάλματα, επιγραφές χαραγμένες σε λίθους και αποτελούσε τον επισημότερο και σπουδαιότερο τόπο της αρχαίας Καλύμνου. Εδώ βρισκόταν το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο των Καλυμνιακών δήμων και φυλών.
Η λατρευτική χρήση του χώρου, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, αρχίζει τουλάχιστον από τις αρχές της 1ης π.Χ. χιλιετίας (Γεωμετρική Περίοδος) και συνεχίζεται αδιάκοπα έως την Παλαιοχριστιανική Εποχή. Από τα ευρήματα ξεχωρίζουν τα πολυάριθμα πήλινα ειδώλια ταύρων της Γεωμετρικής Περιόδου, τα οποία ήταν αφιερώματα στην εκεί λατρευόμενη θεότητα, όστρακα της ίδιας εποχής με γραπτές και μεταγενέστερες χαρακτές επιγραφές (καρικές), ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδώλια αρχαϊκών χρόνων και διάφορα όστρακα Κλασικής, Ελληνιστικής, Ρωμαϊκής και Παλαιοχριστιανικής Εποχής. Κατά τον 4ο και 3ο π.Χ. αιώνα το Ιερό απόκτά μνημειακά οικοδομήματα, αφιερωμένα τόσο στη λατρεία, όσο και σε πολιτικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Ο Απόλλωνας λατρευόταν στην Κάλυμνο με το επίθετο Δάλιος = Δήλιος, σύμφωνα με επιγραφές του 3ου π.Χ. αιώνα που βρέθηκαν στο χώρο του Ιερού. Σε Καλυμνιακά επίσης νομίσματα του 3ου π.Χ. αιώνα εικονίζεται στον οπισθότυπο κιθάρα, το σύμβολο του θεού Απόλλωνα. Η λατρεία βέβαια του συγκεκριμένου θεού σίγουρα προϋπήρχε, όπως φαίνεται από την απεικόνιση λύρας στα αρχαιότερα νομίσματα του νησιού, τα οποία χρονολογούνται στο β΄ μισό του 6ου π.Χ. αιώνα.
Ο ναός του Δηλίου Απόλλωνα ήταν ολομάρμαρος και ανήκε στην κατηγορία των ναών Ιωνικού ρυθμού, όπως συνάγεται από τους σωζόμενους κίονές του, ξαναχρησιμοποιημένους στο ναό της Παναγίας Κεχαριτωμένης Χώρας, τις βάσεις τους και τα διάφορα άλλα αρχιτεκτονικά του μέλη, τα οποία βρίσκονται κτισμένα σε δεύτερη χρήση στον ερειπωμένο παλαιοχριστιανικό ναό του "Χριστού της Ιερουσαλήμ", στο χώρο του αρχαίου Ιερού. Εξετάζοντας τα διάφορα σωζόμενα μέλη (κίονες, κιονόκρανα και βάσεις) βλέπουμε ότι ίσως ο ναός του Απόλλωνα ανήκε στην κατηγορία του πρόστυλου τετράστυλου "εν παραστάσει" ναού.
Πιθανότατα ο ναός κτίστηκε κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα την εποχή της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η ύπαρξη αφιερωματικής επιγραφής του 1ου π.Χ. αιώνα σ’ ένα κομμάτι του μαρμάρινου τριζωνικού επιστυλίου του, προς τιμήν του Γάϊου Καίσαρα Γερμανικού, του επωνομαζόμενου Καλιγούλα, πρέπει μάλλον να οφείλεται σε μεταγενέστερη προσπάθεια εξευμενισμού του Ρωμαίου αυτοκράτορα κι όχι σε εκ νέου ανέγερση άλλου ναού.
Η επικράτηση του Χριστιανισμού μετά τους μακρόχρονους διωγμούς επέφερε, όπως ήταν φυσικό το κλείσιμο και την καταστροφή των ειδωλολατρικών Ιερών και ναών. Τα μοιραία χτυπήματα κατά της Αρχαίας Λατρείας δίνονται με μια σειρά διαταγμάτων των Βυζαντινών αυτοκρατόρων Θεοδοσίου του Α΄ (391 μ.Χ.), του γιου του Αρκαδίου (399 μ.Χ.) και του Θεοδοσίου του Β΄ (435 μ.Χ.). Κάπου ανάμεσα σ’ αυτά τα χρόνια συντελείται και η καταστροφή του Ιερού του Δηλίου Απόλλωνα. Στη θέση του και με υλικό από τα οικοδομήματά του αναγείρονται πρώτα ο τρίκλιτος ναός "Χριστός της Ιερουσαλήμ" και λίγο αργότερα ο τρίκογχος που είναι γνωστός ως Αγία Σοφία ή Ευαγγελίστρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.